Υποτίθεται ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι υπέρ της μείωσης των πλεονασμάτων. Έτσι έλεγε προεκλογικά. Τώρα, μετεκλογικά, η μείωση των πλεονασμάτων έχει πάει περίπατο.
Ο πρωθυπουργός είπε σαφέστατα ότι η Ελλάδα θα υλοποιήσει τους στόχους του 3,5% τουλάχιστον για φέτος και το 2020.
Αν ο Κ. Μητσοτάκης ήθελε πραγματικά τη μείωση των πλεονασμάτων, θα αξιοποιούσε το εργαλείο που του παρέδωσε η προηγούμενη κυβέρνηση, μια πρόταση που χρησιμοποιούσε ως εγγύηση μέρος από το περίφημο «μαξιλάρι».
Οι δανειστές συζητούσαν αυτή την πρόταση, αλλά ο Κ. Μητσοτάκης έσπευσε να την αποσύρει. Και από πάνω μάς πουλάει και θράσος. Για τα ψηλά πλεονάσματα φταίει, λέει, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Και όχι το δικό του σικέ παιχνίδι, που αφαιρεί από την οικονομία της χώρας 1,8 δισ. παραπάνω φέτος και άλλα τόσα του χρόνου.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος το τράβηξε ακόμα περισσότερο: Δεν θα πάμε, είπε, με τη διπλωματία της επαιτείας, αλλά με την διπλωματία της αξιοπιστίας.. Μπράβο, νιώσαμε περήφανοι τώρα. Καλύτερα σε δύο χρόνια με το σπαθί μας παρά από φέτος με διαπραγμάτευση. Τόσο ηλίθιο θεωρούν τον κόσμο που βάζουν να τραβήξει κουπί.
Τι σημαίνει «αξιοπιστία»: ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα βάλει ένα τέταρτο Μνημόνιο στον εαυτό της και θα εκβιάζει την κοινωνία ότι δεν θα μειωθούν τα πλεονάσματα αν δεν πιαστούν οι στόχοι του. Την ίδια ώρα που θα δίνει φοροαπαλλαγές στον πλούτο, από τις επιχειρήσεις μέχρι τα σπίτια και τα μερίσματά τους. Και θα το κάνει «πουλώντας» έναν στόχο που η προηγούμενη κυβέρνηση είχε σχεδόν πετύχει.
Ήρθε η ώρα να ανοίξει ο κόσμος τα μάτια του.